Ο Ολυμπιακός βρίσκεται μία ανάσα από το Final Four της Euroleague, προηγούμενος με 2-1 στη σειρά απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης. Η ερυθρόλευκη καρδιά χτυπά δυνατά, αλλά πίσω από τις νίκες και τη μάχη στο παρκέ, αρχίζουν να ξεπροβάλλουν ερωτήματα – από αυτά που δεν γίνεται να προσπεράσεις.
Η εικόνα στο Game 3 στη Μαδρίτη ήταν αποκαλυπτική. Ο Μόουζες Ράιτ, που έμεινε εκτός 12άδας στα δύο πρώτα παιχνίδια στο ΣΕΦ, μπήκε στο παρκέ αποφασισμένος να αποδείξει γιατί έπρεπε να βρίσκεται εκεί από την αρχή. Και το έκανε με τρόπο εκκωφαντικό. Σε λίγα λεπτά συμμετοχής κατάφερε να δώσει ενέργεια, σωματική παρουσία και σπρώξιμο στην επίθεση. Όταν ήταν μέσα, ο Ολυμπιακός ανέβαζε στροφές – +8 στο δεύτερο δεκάλεπτο, -2 από -10 στο τέταρτο. Όχι απλώς παρών, αλλά καταλύτης.
Αντίθετα, ο Μουσταφά Φαλ φαίνεται να χάνεται στη σκιά του Ταβάρες. Μηδενική επιθετική συνεισφορά, διστακτικός και άτολμος απέναντι στον θηριώδη σέντερ της Ρεάλ. Ακόμα κι αν έπαιξε ρόλο στην άμυνα, το συνολικό του impact ήταν σαφώς αρνητικό. Και δεν είναι η πρώτη φορά.
Ο Νίκολα Μιλουτίνοφ, από την άλλη, ξεκίνησε με ορμή αλλά… έσβησε. Στο δεύτερο ημίχρονο ήταν αγνώριστος, αστοχώντας σε αμαρκάριστα σουτ και χάνοντας προσωπικές μονομαχίες στην άμυνα. Μοιάζει να «λυγίζει» στα μεγάλα ματς, κι αυτό είναι πρόβλημα.
Το μεγάλο ερώτημα όμως αφορά τον ίδιο τον Γιώργο Μπαρτζώκα. Η επιμονή του σε συγκεκριμένους παίκτες, ακόμα κι όταν η εικόνα φωνάζει «αλλαγή», γεννά ανησυχία. Δεν είναι ότι δεν τον εμπιστεύεσαι — είναι ότι βλέπεις μια ομάδα να έχει λύσεις και να μην τις χρησιμοποιεί στο έπακρο. Ναι, μέχρι στιγμής του βγαίνει. Ναι, ίσως ξέρει καλύτερα. Αλλά τι γίνεται αν μια λάθος απόφαση κοστίσει το Final Four;
Ο Ολυμπιακός έχει δύο «match point» και είναι πιο κοντά από ποτέ στο μεγάλο ραντεβού. Το ταλέντο υπάρχει. Η ψυχή υπάρχει. Το ζήτημα είναι αν θα βρεθεί η ισορροπία μεταξύ εμπιστοσύνης και ευελιξίας. Και αυτή η ισορροπία ίσως κάνει τη διαφορά ανάμεσα στο Βερολίνο και στο… “τι πήγε στραβά”.