Πώς το λένε εκείνο το παλιό ρητό; “Όπου κι αν πάει ο Αταμάν, πάντα κουβαλάει την ένταση;” Αν δεν το λένε, μάλλον πρέπει να το καθιερώσουμε. Γιατί ο κύριος Εργκίν Αταμάν, που υποτίθεται ήρθε στην Ελλάδα για να κοουτσάρει τον Παναθηναϊκό, έχει καταφέρει σε λιγότερο από ένα χρόνο να λειτουργεί περισσότερο σαν ταραχοποιός σε τουρνουά ερασιτεχνικού trash talk παρά ως προπονητής επιπέδου Euroleague.
Το τελευταίο του «επίτευγμα»; Να αποκαλέσει “μπάσταρδους” τους φίλους του Ολυμπιακού μέσα στο ΣΕΦ. Μπροστά στην κάμερα. Με το χαμόγελο που φοράει κάθε φορά που λέει κάτι φαινομενικά “χαριτωμένο”, αλλά βρωμάει αλαζονεία, πρόκληση και ασεβή θράσος.
Και ξέρετε τι είναι το χειρότερο; Ότι το έκανε επειδή μπορεί. Γιατί αν κάποιος του έβαζε όριο, ίσως και να το σκεφτόταν. Αλλά στην Ελλάδα του “πες ό,τι θέλεις αν φοράς πράσινο”, ο Αταμάν κάνει το δικό του show. Και όσο δεν υπάρχει αντίδραση ουσίας, τόσο θα φωνάζει όλο και πιο δυνατά, όχι για να τον ακούσουμε, αλλά για να τον “γράφουν”.
Με το μυαλό στην Τουρκία, αλλά με τη φανέλα του Παναθηναϊκού
Ο Αταμάν έχει μια μοναδική ικανότητα: να μιλάει για όλους, εκτός από την ομάδα του. Την Τουρκία, τη σημαία, τη “διεθνή εικόνα”, τους «εχθρούς» που του επιτίθενται – όλα βρίσκουν θέση στο μικρόφωνό του. Εκτός από το μπάσκετ. Εκτός από τον Παναθηναϊκό, τον οποίο προπονεί.
Διότι, ας είμαστε ειλικρινείς: αν ο Ολυμπιακός είχε προπονητή που μιλούσε περισσότερο για τον Ερντογάν και λιγότερο για τον Βεζένκοφ, θα είχε γίνει χαμός στα κανάλια. Αλλά ο Εργκίν έχει μια ιδιότητα που τον προστατεύει: είναι “περσόνα”. Ή τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστεύει.
Μόνο που οι πραγματικές περσόνες έχουν και ένα βασικό χαρακτηριστικό: σέβονται. Και αυτό, ο Αταμάν απλώς δεν το έχει. Ούτε για τον αντίπαλο προπονητή, ούτε για τον κόσμο που δεν ανήκει στη δική του πλευρά, ούτε για τη χώρα που τον φιλοξενεί.
Από τον πάγκο στην παράσταση: ο Εργκίν ως showman
Ας το παραδεχτούμε. Ο Αταμάν δεν ήρθε στην Ελλάδα για να φτιάξει ομάδα. Ήρθε για να παίξει το ρόλο του «εγώ-είμαι-ο-κεντρικός-χαρακτήρας-όπου-κι-αν-είμαι». Έναν ρόλο που παίζει με ακρίβεια χειρουργού.
- Κάθε του φράση είναι μια προβοκάτσια.
- Κάθε του χειρονομία, μια αφορμή για ντόρο.
- Κάθε του τοποθέτηση, ένα show που αποσπά την προσοχή από την ουσία: ότι η ομάδα του δεν έχει ταυτότητα.
Γιατί αν είσαι σοβαρός, δεν προσβάλλεις. Δεν προκαλείς σε ξένη έδρα, δεν δημιουργείς εχθρούς για να κρύψεις τις δικές σου αδυναμίες. Και σίγουρα δεν προσπαθείς να γίνεις συμπαθής στους δικούς σου, βρίζοντας τους άλλους.
Υπάρχει και όριο – και κάποιος πρέπει να το θυμίσει
Ο Ολυμπιακός δεν είναι σύλλογος που φοβάται τις λέξεις. Αλλά υπάρχουν λέξεις που απαιτούν ευθύνη. Η προσβολή των φιλάθλων του Θρύλου ως “μπάσταρδοι” δεν είναι προπονητική τακτική – είναι ρητορική μίσους. Και αν αυτό το αφήνεις να περνάει έτσι, αύριο το επίπεδο θα πέσει κι άλλο.
Από πότε έγινε φυσιολογικό να αποκαλείς υβριστικά το κοινό που πληρώνει εισιτήριο, στηρίζει την ομάδα του και δίνει ενέργεια στο γήπεδο; Και ποιος ακριβώς νόμιζε ο κύριος Αταμάν ότι είναι για να “βαφτίζει” τους φιλάθλους μιας από τις πιο ιστορικές ομάδες της Ευρώπης;
Αμοιβαίος σεβασμός ή… αμοιβαία ανοχή;
Η Ελλάδα του μπάσκετ δεν είναι παιχνίδι για πολιτιστικά σόου, ούτε αρένα για “διπλωματίες” με νύξεις. Αν θέλει ο Εργκίν να είναι απλώς ο κόουτς του Παναθηναϊκού, τότε πρέπει να φερθεί ανάλογα. Αλλιώς, ας πάει να αναλάβει πρεσβεία.
Όσο για τους φίλους του Ολυμπιακού; Μπορεί να τους έβρισε, αλλά είναι οι ίδιοι που θα είναι εκεί και στον επόμενο τελικό. Γιατί αυτοί δεν είναι “μπάσταρδοι”, όπως είπε. Είναι ΓΑΥΡΟΙ. Και αυτό από μόνο του λέει αρκετά.